ειών της Αλεξάνδρειας, εξέδωσε το 1892 το λογοτεχνικό περιοδικό Le Papyrus.
Τον επόμενο χρόνο αποβάλλεται από το κολλέγιο, επειδή κυκλοφορεί κάποια
από τα σκανδαλιστικά μυθιστορήματα του Εμίλ Ζολά και συνεχίζει τις
σπουδές του στο Παρίσι.
Το 1895 αποφοιτά και εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Παβίας και παρακολουθεί τη νομική σχολή, την οποία ολοκληρώνει το 1899 στη Γένοβα. Έχοντας κερδίσει ένα διαγωνισμό ποίησης στο Παρίσι, αποφασίζει να αφιερωθεί ολόψυχα στη λογοτεχνία το 1900. Με ορμητήριο τη Γαλλία, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ταξιδεύει συχνά στην Ιταλία και γράφει στις γλώσσες και των δύο αυτών χωρών. Συνεργάζεται με ιταλικά και γαλλικά λογοτεχνικά περιοδικά και διαδίδει τη γαλλική ρομαντική και συμβολιστική ποίηση στην Ιταλία, απαγγέλοντας σε θέατρα στίχους των Μποντλέρ, Μαλαρμέ, Ρεμπό και Βερλέν. Μερικά από τα πρώτα ποιητικά του έργα, όπως το Destruction («Καταστροφή», 1904), είναι δείγματα του ρωμαλέου αναρχίζοντος πειραματισμού του, σε φόρμες που θα χαρακτήριζαν τη μεταγενέστερη δημιουργία του. Το 1905 εκδίδει στο Μιλάνο το λογοτεχνικό περιοδικό Poesia («Ποίηση») και γίνεται υπέρμαχος του ελεύθερου στίχου.
Ο Φουτουρισμός εγκαινιάζεται επίσημα στις 20 Φεβρουαρίου 1909, όταν στην πρώτη σελίδα της γαλλικής εφημερίδας Λε Φιγκαρό δημοσιεύεται το Μανιφέστο του Φουτουρισμού, το κορυφαίο για πολλούς έργο του Μαρινέτι, που είναι φανερά επηρεασμένος από τον Υπεράνθρωπο του Νίτσε. Η ιδεολογία του Φουτουρισμού («Μελλοντισμός», όπως μεταφράστηκε ο όρος εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα) έχει ως βασικά χαρακτηριστικά την ολοκληρωτική ρήξη με την παράδοση («…θέλουμε να καταστρέψουμε τα μουσεία, τις βιβλιοθήκες και τις ακαδημίες κάθε είδους…»), τον εκθειασμό της μοντέρνας βιομηχανικής πόλης, της μηχανής και της ταχύτητας («..ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο[..] είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης»), της έντονης δράσης («…Θέλουμε να δοξάσουμε τον πόλεμο -μοναδική υγεία στον κόσμο- το μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό, την καταστρεπτική στάση των αναρχικών, τις ωραίες ιδέες που γι’ αυτές παθαίνει κανείς, και την περιφρόνηση στη γυναίκα…») και της ανατροπής των λογικών συμβάσεων.
Ήταν τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, εποχή έντονης εκβιομηχάνισης, σε μια Ιταλία που παρέμενε θρησκόληπτη και καλλιτεχνικά προσδεδεμένη στο άρμα ενός παρωχημένου κλασσικισμού. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα, εντελώς ανορθόδοξο και ασυνάρτητο στη γραφή του, με τίτλο Μαφάρκα ο φουτουριστής (Mafarka le furiste), στο οποίο σκιαγραφείται μέσα σε μια αλληγορική μυθολογική ατμόσφαιρα η γέννηση του φουτουρισμού. Το έργο προκαλεί σκάνδαλο, ο συγγραφέας του σύρεται στα δικαστήρια, αλλά αθωώνεται.
Οι ιδέες του Μαρινέτι υιοθετήθηκαν σχεδόν αμέσως στην Ιταλία από συγγραφείς, όπως οι Άλντο Παλατσέσκι (1885-1974), Κοράντο Γκοβόνι (1884-1965) και Αρντένγκο Σόφιτσι (1879-1964). Το μανιφέστο του Μαρινέτι υποστήριξαν και εικαστικοί καλλιτέχνες, οι οποίοι εξέδωσαν το δικό τους μανιφέστο το 1910. Ζωγράφοι και γλύπτες, όπως οι Ουμπέρτο Μποτσιόνι (1882-1916), Τζιάκομο Μπάλα (1871-1958), Λουίτζι Ρούσολο (1883-1947), Κάρλο Καρά (1881-1966) και Τζίνο Σεβερίνι (1833-1966) εφάρμοσαν τις ιδέες του σε έργα τους. Ο Φουτουρισμός αρχίζει να εξαπλώνεται μέσα από τις Φουτουριστικές Βραδιές, που διοργανώνουν ο Μαρινέτι και οι συνοδοιπόροι του. Φροντίζουν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με διάφορα χάπενινγκ, όπως αυτό της Βενετίας στις 8 Ιουλίου 1910. Λίγες ώρες πριν από την παρουσίαση του Φουτουριστικού Μανιφέστου, ο Μαρινέτι και οι φίλοι του ανέβηκαν στο καμπαναριό του Αγίου Μάρκου και πέταξαν 80.000 φυλλάδια με το Μανιφέστο κατά της παραδοσιακής Βενετίας (Manifesto Contro Venezia passatista). Σ’ αυτό απαιτούσε «να μπαζωθούν τα μικρά βρώμικα κανάλια από τα ερείπια των λεπρικών αρχοντικών για να προετοιμαστεί η γέννηση της βιομηχανικής και μιλιταριστικής Βενετίας, που θα κυριαρχήσει στην Αδριατική και θα την κάνει ξανά ιταλική λίμνη».
Το 1911 ως απεσταλμένος γαλλικής εφημερίδας καλύπτει τον ιταλοτουρκικό πόλεμο στη Λιβύη και δύο χρόνια αργότερα βρίσκεται στη Σόφια για να καλύψει τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο. Στις 11 Μαΐου 1912 δημοσιεύει στο Μιλάνο το Τεχνικό Μανιφέστο της Φουτουριστικής Λογοτεχνίας, όπου επιχειρεί ένα πέρασμα από τον «ελεύθερο στίχο» στις «ελεύθερες λέξεις», μέσα από την κατάργηση της σύνταξης, του επιθέτου και της στίξης. «Στο αεροπλάνο, καθισμένος στον κύλινδρο της βενζίνης, ζεσταίνοντας την κοιλιά, από τη θέση του αεροπόρου, αισθανόμουν τη γελοία ματαιότητα της αρχαίας σύνταξης, κληροδοτημένη από τον Όμηρο. Ένοιωσα μανιώδη την ανάγκη ν’ απελευθερώσω τις λέξεις, σέρνοντάς τες έξω από τη φυλακή της λατινικής περιόδου» αναφέρει στην αρχή του μανιφέστου αυτού.
Το 1914 επισκέπτεται τη Μόσχα, όπου δίδει διαλέξεις για τον φουτουρισμό, που έχει ριζώσει στη Ρωσία, με ποιητές, όπως ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Το 1915 ο Μαρινέτι εκδίδει την ποιητική συλλογή Guerra sola igiene del mundo («Πόλεμος η μόνη υγιεινή του κόσμου»), στην οποία χαιρετίζει το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και ενθαρρύνει τη συμμετοχή της Ιταλίας στη σύρραξη. Το 1916 εκδίδει το δοκίμιο Συνθετικό Φουτουριστικό Θέατρο, στο οποίο εκθέτει τις απόψεις του και αναλύει τη θεωρία του για τον φουτουρισμό στο θέατρο. Είχαν προηγηθεί τα θεατρικά έργα Ο βασιλιάς ευωχείται (Le Roi Bombance, 1909) και Αντι-ουδετερότητα (Anti-neutralita, 1912).
Το 1918 γνωρίζει τη μελλοντική σύζυγό του, τη νεαρή ζωγράφο και συγγραφέα Μπενεντέτα Κάπα (1897-1977), την οποία θα νυμφευθεί το 1923. Το ζευγάρι θα αποκτήσει τρία κορίτσια, τη Βιτόρια, την Άλα και τη Λούτσε.
Το 1918 ο Μαρινέτι εισέρχεται στον πολιτικό στίβο, ιδρύοντας το Φουτουριστικό Πολιτικό Κόμμα (Partito Politica Futurista). Γρήγορα έρχεται σε επαφή με τους φασίστες και γνωρίζεται προσωπικά με τον Μουσολίνι. Θεωρεί το Φασιστικό Κίνημα του Μουσολίνι ως φυσική συνέχεια του Φουτουρισμού και προσχωρεί ψυχή τε και σώματι. Μάλιστα, θεωρείται ένας από τους συγγραφείς του Φασιστικού Μανιφέστου, που δημοσιεύτηκε στις 6 Ιουνίου 1919 στην εφημερίδα του Μουσολίνι Il Popolo d'Italia. Την εποχή εκείνη πολλοί Ιταλοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες υποστηρίζουν ή προσχωρούν στον φασισμό, πιστεύοντας ότι μέσα από το δυναμισμό του καθεστώτος αυτού θα έσπαγαν την πνευματική και καλλιτεχνική απομόνωση της Ιταλίας και θα προωθούσαν καινούργια καλλιτεχνικά ρεύματα.
Ο Μαρινέτι προσπάθησε να επιβάλει τον φουτουρισμό ως επίσημο καλλιτεχνικό δόγμα του φασισμού. Δεν θα τα καταφέρει και εξ αιτίας των ριζοσπαστικών του ιδεών θα έλθει σε ρήξη με τον Μουσολίνι. Το 1925 μετακομίζει στη Ρώμη και το 1926 επισκέπτεται την Αργεντινή και τη Βραζιλία για να διαδώσει τις ιδέες του. Το 1929 γίνεται ακαδημαϊκός και γενικός γραμματέας της Εθνικής Ένωσης Συγγραφέων της Ιταλίας. Θεωρείται πλέον εκπρόσωπος του κατεστημένου, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τους περισσότερους οπαδούς του.
Τον Φεβρουάριο του 1933 ο Μαρινέτι επισκέπτεται την Αθήνα, όπου δίνει διαλέξεις, αλλά αντιμετωπίζει την εχθρότητα των Ελλήνων διανοουμένων. Ο κριτικός λογοτεχνίας και δημοσιογράφος Αιμίλιος Χουρμούζιος (1904-1973) με το ψευδώνυμο Αντρέας Ζεβγάς δημοσιεύει ένα φυλλάδιο με τίτλο Ο Φουτουρισμός στο φως του Μαρξισμού, στο οποίο καταγγέλλεται η συνεργασία του Μαρινέτι με τον Μουσολίνι.
Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, ο Μαρινέτι συμμετείχε ενεργά στον Ιταλο-Αιθιοπικό Πόλεμο του 1935, όπως και στη ναζιστική εκστρατεία κατά της Ρωσίας το 1942, ως μέλος των ιταλικών στρατιωτικών δυνάμεων. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943, επιστρέφει εξαντλημένος από το ρωσικό μέτωπο και εγκαθίσταται με την οικογένειά του στη Βενετία.
Ο Φίλιπο Τομάσο Μαρινέτι πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 2 Δεκεμβρίου 1944 στο Μπελάτζιο της Ιταλίας, σε ηλικία 79 ετών.
Το 1895 αποφοιτά και εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Παβίας και παρακολουθεί τη νομική σχολή, την οποία ολοκληρώνει το 1899 στη Γένοβα. Έχοντας κερδίσει ένα διαγωνισμό ποίησης στο Παρίσι, αποφασίζει να αφιερωθεί ολόψυχα στη λογοτεχνία το 1900. Με ορμητήριο τη Γαλλία, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ταξιδεύει συχνά στην Ιταλία και γράφει στις γλώσσες και των δύο αυτών χωρών. Συνεργάζεται με ιταλικά και γαλλικά λογοτεχνικά περιοδικά και διαδίδει τη γαλλική ρομαντική και συμβολιστική ποίηση στην Ιταλία, απαγγέλοντας σε θέατρα στίχους των Μποντλέρ, Μαλαρμέ, Ρεμπό και Βερλέν. Μερικά από τα πρώτα ποιητικά του έργα, όπως το Destruction («Καταστροφή», 1904), είναι δείγματα του ρωμαλέου αναρχίζοντος πειραματισμού του, σε φόρμες που θα χαρακτήριζαν τη μεταγενέστερη δημιουργία του. Το 1905 εκδίδει στο Μιλάνο το λογοτεχνικό περιοδικό Poesia («Ποίηση») και γίνεται υπέρμαχος του ελεύθερου στίχου.
Ο Φουτουρισμός εγκαινιάζεται επίσημα στις 20 Φεβρουαρίου 1909, όταν στην πρώτη σελίδα της γαλλικής εφημερίδας Λε Φιγκαρό δημοσιεύεται το Μανιφέστο του Φουτουρισμού, το κορυφαίο για πολλούς έργο του Μαρινέτι, που είναι φανερά επηρεασμένος από τον Υπεράνθρωπο του Νίτσε. Η ιδεολογία του Φουτουρισμού («Μελλοντισμός», όπως μεταφράστηκε ο όρος εκείνα τα χρόνια στην Ελλάδα) έχει ως βασικά χαρακτηριστικά την ολοκληρωτική ρήξη με την παράδοση («…θέλουμε να καταστρέψουμε τα μουσεία, τις βιβλιοθήκες και τις ακαδημίες κάθε είδους…»), τον εκθειασμό της μοντέρνας βιομηχανικής πόλης, της μηχανής και της ταχύτητας («..ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο[..] είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης»), της έντονης δράσης («…Θέλουμε να δοξάσουμε τον πόλεμο -μοναδική υγεία στον κόσμο- το μιλιταρισμό, τον πατριωτισμό, την καταστρεπτική στάση των αναρχικών, τις ωραίες ιδέες που γι’ αυτές παθαίνει κανείς, και την περιφρόνηση στη γυναίκα…») και της ανατροπής των λογικών συμβάσεων.
Ήταν τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, εποχή έντονης εκβιομηχάνισης, σε μια Ιταλία που παρέμενε θρησκόληπτη και καλλιτεχνικά προσδεδεμένη στο άρμα ενός παρωχημένου κλασσικισμού. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφορεί το πρώτο του μυθιστόρημα, εντελώς ανορθόδοξο και ασυνάρτητο στη γραφή του, με τίτλο Μαφάρκα ο φουτουριστής (Mafarka le furiste), στο οποίο σκιαγραφείται μέσα σε μια αλληγορική μυθολογική ατμόσφαιρα η γέννηση του φουτουρισμού. Το έργο προκαλεί σκάνδαλο, ο συγγραφέας του σύρεται στα δικαστήρια, αλλά αθωώνεται.
Οι ιδέες του Μαρινέτι υιοθετήθηκαν σχεδόν αμέσως στην Ιταλία από συγγραφείς, όπως οι Άλντο Παλατσέσκι (1885-1974), Κοράντο Γκοβόνι (1884-1965) και Αρντένγκο Σόφιτσι (1879-1964). Το μανιφέστο του Μαρινέτι υποστήριξαν και εικαστικοί καλλιτέχνες, οι οποίοι εξέδωσαν το δικό τους μανιφέστο το 1910. Ζωγράφοι και γλύπτες, όπως οι Ουμπέρτο Μποτσιόνι (1882-1916), Τζιάκομο Μπάλα (1871-1958), Λουίτζι Ρούσολο (1883-1947), Κάρλο Καρά (1881-1966) και Τζίνο Σεβερίνι (1833-1966) εφάρμοσαν τις ιδέες του σε έργα τους. Ο Φουτουρισμός αρχίζει να εξαπλώνεται μέσα από τις Φουτουριστικές Βραδιές, που διοργανώνουν ο Μαρινέτι και οι συνοδοιπόροι του. Φροντίζουν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με διάφορα χάπενινγκ, όπως αυτό της Βενετίας στις 8 Ιουλίου 1910. Λίγες ώρες πριν από την παρουσίαση του Φουτουριστικού Μανιφέστου, ο Μαρινέτι και οι φίλοι του ανέβηκαν στο καμπαναριό του Αγίου Μάρκου και πέταξαν 80.000 φυλλάδια με το Μανιφέστο κατά της παραδοσιακής Βενετίας (Manifesto Contro Venezia passatista). Σ’ αυτό απαιτούσε «να μπαζωθούν τα μικρά βρώμικα κανάλια από τα ερείπια των λεπρικών αρχοντικών για να προετοιμαστεί η γέννηση της βιομηχανικής και μιλιταριστικής Βενετίας, που θα κυριαρχήσει στην Αδριατική και θα την κάνει ξανά ιταλική λίμνη».
Το 1911 ως απεσταλμένος γαλλικής εφημερίδας καλύπτει τον ιταλοτουρκικό πόλεμο στη Λιβύη και δύο χρόνια αργότερα βρίσκεται στη Σόφια για να καλύψει τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο. Στις 11 Μαΐου 1912 δημοσιεύει στο Μιλάνο το Τεχνικό Μανιφέστο της Φουτουριστικής Λογοτεχνίας, όπου επιχειρεί ένα πέρασμα από τον «ελεύθερο στίχο» στις «ελεύθερες λέξεις», μέσα από την κατάργηση της σύνταξης, του επιθέτου και της στίξης. «Στο αεροπλάνο, καθισμένος στον κύλινδρο της βενζίνης, ζεσταίνοντας την κοιλιά, από τη θέση του αεροπόρου, αισθανόμουν τη γελοία ματαιότητα της αρχαίας σύνταξης, κληροδοτημένη από τον Όμηρο. Ένοιωσα μανιώδη την ανάγκη ν’ απελευθερώσω τις λέξεις, σέρνοντάς τες έξω από τη φυλακή της λατινικής περιόδου» αναφέρει στην αρχή του μανιφέστου αυτού.
Το 1914 επισκέπτεται τη Μόσχα, όπου δίδει διαλέξεις για τον φουτουρισμό, που έχει ριζώσει στη Ρωσία, με ποιητές, όπως ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Το 1915 ο Μαρινέτι εκδίδει την ποιητική συλλογή Guerra sola igiene del mundo («Πόλεμος η μόνη υγιεινή του κόσμου»), στην οποία χαιρετίζει το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και ενθαρρύνει τη συμμετοχή της Ιταλίας στη σύρραξη. Το 1916 εκδίδει το δοκίμιο Συνθετικό Φουτουριστικό Θέατρο, στο οποίο εκθέτει τις απόψεις του και αναλύει τη θεωρία του για τον φουτουρισμό στο θέατρο. Είχαν προηγηθεί τα θεατρικά έργα Ο βασιλιάς ευωχείται (Le Roi Bombance, 1909) και Αντι-ουδετερότητα (Anti-neutralita, 1912).
Το 1918 γνωρίζει τη μελλοντική σύζυγό του, τη νεαρή ζωγράφο και συγγραφέα Μπενεντέτα Κάπα (1897-1977), την οποία θα νυμφευθεί το 1923. Το ζευγάρι θα αποκτήσει τρία κορίτσια, τη Βιτόρια, την Άλα και τη Λούτσε.
Το 1918 ο Μαρινέτι εισέρχεται στον πολιτικό στίβο, ιδρύοντας το Φουτουριστικό Πολιτικό Κόμμα (Partito Politica Futurista). Γρήγορα έρχεται σε επαφή με τους φασίστες και γνωρίζεται προσωπικά με τον Μουσολίνι. Θεωρεί το Φασιστικό Κίνημα του Μουσολίνι ως φυσική συνέχεια του Φουτουρισμού και προσχωρεί ψυχή τε και σώματι. Μάλιστα, θεωρείται ένας από τους συγγραφείς του Φασιστικού Μανιφέστου, που δημοσιεύτηκε στις 6 Ιουνίου 1919 στην εφημερίδα του Μουσολίνι Il Popolo d'Italia. Την εποχή εκείνη πολλοί Ιταλοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες υποστηρίζουν ή προσχωρούν στον φασισμό, πιστεύοντας ότι μέσα από το δυναμισμό του καθεστώτος αυτού θα έσπαγαν την πνευματική και καλλιτεχνική απομόνωση της Ιταλίας και θα προωθούσαν καινούργια καλλιτεχνικά ρεύματα.
Ο Μαρινέτι προσπάθησε να επιβάλει τον φουτουρισμό ως επίσημο καλλιτεχνικό δόγμα του φασισμού. Δεν θα τα καταφέρει και εξ αιτίας των ριζοσπαστικών του ιδεών θα έλθει σε ρήξη με τον Μουσολίνι. Το 1925 μετακομίζει στη Ρώμη και το 1926 επισκέπτεται την Αργεντινή και τη Βραζιλία για να διαδώσει τις ιδέες του. Το 1929 γίνεται ακαδημαϊκός και γενικός γραμματέας της Εθνικής Ένωσης Συγγραφέων της Ιταλίας. Θεωρείται πλέον εκπρόσωπος του κατεστημένου, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τους περισσότερους οπαδούς του.
Τον Φεβρουάριο του 1933 ο Μαρινέτι επισκέπτεται την Αθήνα, όπου δίνει διαλέξεις, αλλά αντιμετωπίζει την εχθρότητα των Ελλήνων διανοουμένων. Ο κριτικός λογοτεχνίας και δημοσιογράφος Αιμίλιος Χουρμούζιος (1904-1973) με το ψευδώνυμο Αντρέας Ζεβγάς δημοσιεύει ένα φυλλάδιο με τίτλο Ο Φουτουρισμός στο φως του Μαρξισμού, στο οποίο καταγγέλλεται η συνεργασία του Μαρινέτι με τον Μουσολίνι.
Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, ο Μαρινέτι συμμετείχε ενεργά στον Ιταλο-Αιθιοπικό Πόλεμο του 1935, όπως και στη ναζιστική εκστρατεία κατά της Ρωσίας το 1942, ως μέλος των ιταλικών στρατιωτικών δυνάμεων. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943, επιστρέφει εξαντλημένος από το ρωσικό μέτωπο και εγκαθίσταται με την οικογένειά του στη Βενετία.
Ο Φίλιπο Τομάσο Μαρινέτι πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 2 Δεκεμβρίου 1944 στο Μπελάτζιο της Ιταλίας, σε ηλικία 79 ετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου